Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια πιθανή αναζωπύρωση των τρωτών σημείων του δημόσιου χρέους της ευρωζώνης. To αυξημένο επίπεδο χρέους, η υποτονική ανάπτυξη και η δημοσιονομική ολίσθηση δημιουργούν ένα επικίνδυνο κοκτέιλ.
Στην τελευταία επισκόπηση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας του Νοεμβρίου 2024, η ΕΚΤ προειδοποιεί ότι οι παράγοντες αυτοί, σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές εντάσεις και την πολιτική αβεβαιότητα, μπορούν να αναζωπυρώσουν τους φόβους για μια κρίση δημόσιου χρέους παρόμοια με την αναταραχή πριν είχαμε από μια δεκαετία.
«Τα αυξημένο χρέος και τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, σε συνδυασμό με την αδύναμη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική, αυξάνουν τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να αναζωπυρώσει τις ανησυχίες της αγοράς σχετικά με τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους», αναφέρει το νομισματικό ίδρυμα.
Το αυξανόμενο κόστος χρέους αυξάνει τους κινδύνους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας
Η ΕΚΤ προειδοποιεί ότι η εποχή του «φθηνού δανεισμού» έχει οριστικά τελειώσει.
Το χρέος που ωριμάζει μετακυλίεται πλέον με σημαντικά υψηλότερα επιτόκια, ανεβάζοντας το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους.
Αυτή η δυναμική εγκυμονεί ιδιαίτερους κινδύνους για τις χώρες με υψηλό χρέος, όπου ο περιορισμένος δημοσιονομικός χώρος θα μπορούσε να καταστήσει τις κυβερνήσεις ευάλωτες σε ξαφνικά σοκ της αγοράς.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις επιδεινώνουν το πρόβλημα. Οι ενεργειακές επιδοτήσεις και άλλα δημοσιονομικά μέτρα που αποσκοπούν στην άμβλυνση των παγκόσμιων διαταραχών «τεντώνουν» περαιτέρω τους προϋπολογισμούς.
«Τα τρωτά σημεία των κρατών βαθαίνουν. Παρά τις πρόσφατες μειώσεις των λόγων χρέους προς ΑΕΠ, οι δημοσιονομικές προκλήσεις εξακολουθούν να υφίστανται σε αρκετές χώρες της ζώνης του ευρώ, οι οποίες επιδεινώνονται από διαρθρωτικά ζητήματα, όπως η ασθενής δυνητική ανάπτυξη και η αυξημένη αβεβαιότητα πολιτικής». παρατήρησε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος.
Οι αριθμοί δεν λένε ψέματα
Τα επίπεδα χρέους σε ολόκληρη την ευρωζώνη προκαλούν έντονη ανησυχία, ενώ οι σημαντικές ανισορροπίες μεταξύ των κρατών μελών αναδεικνύουν την αστάθεια του μπλοκ.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, ο μέσος όρος χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ της ευρωζώνης ανέρχεται στο 88,1%. Όμως ο αριθμός αυτός κρύβει έντονες αντιθέσεις.
Η Ελλάδα ηγείται με το πολύ υψηλό ποσοστό χρέους 163,6%, ακολουθούμενη από την Ιταλία με 137% και τη Γαλλία με 112,2%. Εν τω μεταξύ, δημοσιονομικά πειθαρχημένες χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία διαθέτουν πολύ χαμηλότερα ποσοστά, στο 61,9% και 43,2%, αντίστοιχα.
Όσον αφορά το μέλλον, οι προοπτικές για τη βιωσιμότητα του χρέους είναι όλο και πιο ανησυχητικές σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης. Ενώ τα επίπεδα του δημόσιου χρέους της ευρύτερης περιοχής προβλέπεται να παραμείνουν σχετικά σταθερά, ορισμένα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν μια επικίνδυνα ανοδική πορεία.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στο τελευταίο του Δημοσιονομικό Παρατηρητήριο προβλέπει ότι μέχρι το 2029, το χρέος της Γαλλίας θα σκαρφαλώσει από το 112% στο 124,1%, ενώ της Ιταλίας θα εκτοξευθεί στο ιλιγγιώδες 142,3%, από 136,9%. Το Βέλγιο, επίσης, αναμένεται να δει το χρέος του να αυξάνεται απότομα, από 105% σε 119%.